Publicitade E▼
Publicidade ▼
Ver também
μετά (adv.)
⇨ (μετα)κίνηση • (μετα)κινώ, (μετα)κινούμαι • (μετα)στροφή • (μετα)στροφή, αλλαγή πορείας • αμέσως μετά • αναλαμβάνω κτ. μετά από κπ. άλλο • βαρύ κεφάλι μετά από μεθύσι • βλέπω αστεράκια μετά από δυνατό χτύπημα • βροχή ραγδαία μετά κεραυνών • δεκαετία ζωής μετά τα 20 και πριν τα 30 • δεκαετία ζωής μετά τα 30 και πριν τα 40 • δεκαετία ζωής μετά τα 40 και πριν τα 50 • δεκαετία ζωής μετά τα 50 και πριν τα 60 • δεκαετία ζωής μετά τα 60 και πριν τα 70 • δεκαετία ζωής μετά τα 70 και πριν τα 80 • δεκαετία ζωής μετά τα 80 και πριν τα 90 • δεκαετία ζωής μετά τα 90 και πριν τα 100 • ελευθερία (μετά από αιχμαλωσία ή σκλαβιά) • ζω και μετά από • ζω μετά το θάνατο άλλων • ζω μετά τον θάνατο άλλων • η δεκαετία μετά τα 20 • η δεκαετία μετά τα 30 • η ζωή μετά τη σύνταξη • ηρεμώ (μετά από θυμό) • καταρρέω μετά από πίεση • κλοτσώ (για όπλο μετά την εκπυρσοκρότηση) • κλότσημα (για όπλο μετά την εκπυρσοκρότηση) • μετά (από) • μετά Χριστόν • μετά από • μετά από λίγο • μετά βίας • μετά μεσημβρίας (συντομογρ.) • μετά την προκαθορισμένη ώρα • μετά τισ κανονικέσ ώρεσ • μετά τον πρώτο • μετά τους άλλους • μετά τούτου • μετά χαράς • μεταβολή γνώμης μετά από ωριμότερη σκέψη • μόλις (και μετά βίας) • μόλις (μετά βίας και) • περιδέραιο μετά μεταλλίου • πολύ καιρό (πριν ή μετά από κάτι) • που απομένει μετά τους άλλους • που γεννήθηκε μετά το θάνατο του πατέρα του • που δε θέλει σίδερο μετά το πλύσιμο • συγχρωτίζομαι μετά πόρνων • συνεχίζομαι (μετά από διακοπή) • τράβηγμα ανάσας μετά από βήχα • υποχωρώ μετά από πίεση • υπόλειμμα δέντρου μετά το κόψιμο
⇨ Ζούμπιν Μέτα • Η Ζωή Μετά • Μετά την Επόμενη Μέρα • Μετά την Κηδεία • Μετα-αριστερά • Μετα-αριστερή αναρχία • Μετα-αριστερός • Μετα-αριστερός αναρχισμός • Τζούμπι Μέτα
Publicidade ▼
μετά (adv.)
à partir de ce moment (fr)[Classe]
après (fr)[Classe]
causale conjunctive adverb (en)[Classe...]
factotum (en)[Domaine]
PositionalAttribute (en)[Domaine]
earlier (en)[Domaine]
εντωμεταξύ, εν τω μεταξύ, στο μεταξύ[Similaire]
μετά (prép.)
après une date donnée (valeur absolue) (fr)[Classe]
après qu'une durée se soit écoulée, qu'un évènement se soit passé (fr)[Classe]
(temps) après un instant donné (fr)[Classe]
après (fr)[Classe]
αφού[Syntagme]
Conteùdo de sensagent
calculado em 0,031s