Publicitade D▼
μαρτυρώ (v.)
1.παρέχω αποδείξεις, δείχνω την αλήθεια ενός πράγματος
2.αναφέρω ή αποκαλύπτω πληροφορίες
3.παρίσταμαι ως μάρτυρας
4.αποτελώ ένδειξη, σημάδι, δείχνω σε κάποιον κάτι
μαρτυρώ
1.καθιστώ, κάνω κάτι γνωστό σε άλλον
Publicidade ▼
Ver também
μαρτυρώ
↘ ακούσια αποκάλυψη, γνωστοποίηση, δόλιος, καταγγελία, καταδότησ, κοινολόγηση, κοινοποίηση, μαρτυριάρης, σπερμολόγοσ
μαρτυρώ (v.)
↘ γραπτή βεβαίωση, εισήγηση, πιστοποιητικό, πιστοποιητικό ευδόκιμης υπηρεσίας, συστατική επιστολή, σύσταση, υπόδειξη
Publicidade ▼
μαρτυρώ
προδίδω; αποκαλύπτω ένα μυστικό; μαρτυρώ; καρφώνω (μτφ.)[ClasseHyper.]
πληροφορώ[Hyper.]
κατάδοση, χαφιεδισμός - αποστάτης, αρνησίθρησκος, δειλός - καταδότησ - καταδότης, πληροφοριοδότης - dump, shit (en)[Dérivé]
μαρτυρώ
énoncer, faire apparaître ce qui était secret (fr)[Classe]
factotum (en)[Domaine]
Disseminating (en)[Domaine]
μαρτυρώ (v.)
μαρτυρώ (v.)
factotum (en)[Domaine]
Communication (en)[Domaine]
μαρτυρώ (v.)
certifier (fr)[Classe]
point to; point towards; point out; indicate (en)[Classe]
(witness), (expression) (en)[termes liés]
factotum (en)[Domaine]
Communication (en)[Domaine]
increasesLikelihood (en)[Domaine]
μαρτυρώ (v.)
Conteùdo de sensagent
calculado em 0,110s