Publicitade E▼
δοκιμασία (n.)
1.καθετί εξαιτίας του οποίου υποφέρει κανείς
2.δυσάρεστη και επώδυνη εμπειρία
3.σύνολο ερωτήσεων και ασκήσεων που αξιολογούν τις δεξιότητες ή τις γνώσεις
4.η ενέργεια του δοκιμάζω, μέθοδος εξακρίβωσης και αξιολόγησης για κάτι
5.δυσάρεστο, επώδυνο γεγονός ή κατάσταση
Publicidade ▼
δοκιμασία (n.)
άχθος, έγνοια, έλεγχος, ατυχία, βάρος, βάσανο, γραπτή εξέταση, δεινοπάθημα, διαγώνισμα, δοκιμή, εμπειρία, εξέταση, κακοτυχία, κακουχία, μπελάς, πλήγμα, πρόβλημα, ταλαιπωρία, τεστ, τραυματική εμπειρία, φορτίο
Publicidade ▼
δοκιμασία
sort, type (en)[Hyper.]
δοκιμασία (n.)
δυστυχία, κακοτυχία[Hyper.]
δοκιμασία (n.)
εμπειρία[Hyper.]
δοκιμασία (n.)
δοκιμασία; βάρος; έγνοια; φορτίο; άχθος[ClasseHyper.]
chose à faire, destinée à être faite (fr)[ClasseParExt...]
load; burden (en)[Classe]
factotum (en)[Domaine]
SubjectiveAssessmentAttribute (en)[Domaine]
ανησυχία, μπελάς[Hyper.]
φορτώνω, φορτώνω δουλειά σε κπ.[Dérivé]
δοκιμασία (n.)
devoir ou exercice scolaire (fr)[Classe]
διαγώνισμα; δοκιμασία; τεστ[ClasseHyper.]
épreuve (examen, concours) (fr)[ClasseHyper.]
chose s'opposant et devant être surmontée (fr)[ClasseHyper.]
épreuve d'examen scolaire (fr)[Classe]
school (en)[Domaine]
Text (en)[Domaine]
try (en)[CeQui~]
δοκιμασία (n.)
experimentation (en)[Classe]
essai (fr)[Classe]
contest; competition (en)[Classe]
έρευνα; εξέταση; τσεκάρισμα; έλεγχος[Classe]
devoir ou exercice scolaire (fr)[Classe]
factotum (en)[Domaine]
Experimenting (en)[Domaine]
try (en)[CeQui~]
δοκιμασία (n.)
Conteùdo de sensagent
calculado em 0,032s