Publicitade R▼
παραφροσύνη (n.)
1.ισχυρή ψυχική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από απώλεια της λογικής
Publicidade ▼
παραφροσύνη (n.)
Ver também
παραφροσύνη (n.)
Publicidade ▼
παραφροσύνη (n.)
παραφροσύνη (n.)
psychiatry (en)[Domaine]
PsychologicalDysfunction (en)[Domaine]
παραφροσύνη (n.)
Conteùdo de sensagent
calculado em 0,062s